- ῥοδίνη
- ῥόδινοςmade offem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ροδινή — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 420 μ.), στην πρώην επαρχία Πάτρας, του νομού Αχαΐας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ζήριας … Dictionary of Greek
ῥοδίνῃ — ῥόδινος made of fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κάτω Ροδινή — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 40 μ., 164 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πατρών του νομού Αχαΐας. Βρίσκεται στην ακτή του Κορινθιακού κόλπου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ρίου … Dictionary of Greek
Κουτσόγιωργας, Αγαμέμνων (Μένιος) — (Ροδινή Αχαΐας 1922 – Αθήνα 1991). Πολιτικός. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο πανεπιστήμιο του Παρισιού. Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση και συνελήφθη από τις ιταλικές αρχές κατοχής, οπότε φυλακίστηκε στα στρατόπεδα… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Rio (Achaia) — Stadtgemeinde Rio (1997–2010) Δήμος Ρίου (Ρίο) … Deutsch Wikipedia
αλπική χλωρίδα — Η ονομασία αυτή αποδίδεται στο σύνολο των φυτικών ειδών που είναι χαρακτηριστικά των ψηλότερων ορεινών περιοχών. Το κατώτερο όριο του αλπικού περιβάλλοντος ποικίλλει ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος· για τις Άλπεις αντιστοιχεί σε υψόμετρο 1.800… … Dictionary of Greek
Θρεσκιορνιθίδες — (thresciornithidae). Οικογένεια πτηνών, της υπέρταξης νεόγναθα, της τάξης πελαργόμορφα ή κικονιίμορφα. Είναι γνωστή και με τις ονομασίες πλαταλείδες και ιβίδες. Περιλαμβάνει περίπου 30 είδη μεγαλόσωμων πουλιών, που έχουν μακρύ ράμφος και λαιμό… … Dictionary of Greek
γαρίδα — Κοινή ονομασία διαφόρων καρκινοειδών της τάξης των δεκάποδων μακρόουρων. Έχουν σώμα πεπλατυσμένο στα πλευρά και μακριά πόδια μεταπλασμένα σε όργανα πλεύσης· γι’ αυτό λέγονται και μακρόουρα κολυμβητικά, αντίθετα από τις καραβίδες, τις… … Dictionary of Greek
δεντρομολόχα — Ποώδες φυτό της οικογένειας των μαλαχιδών (δικοτυλήδονα), γνωστό με την επιστημονική ονομασία αλθαία η ροδίνη. Είναι αυτοφυής σε όλη την Ελλάδα. Με τις μεθόδους της επιλογής και της διασταύρωσης έχει δημιουργηθεί πλήθος ανθοκομικών ποικιλιών, με… … Dictionary of Greek